Μετά την κατάργηση, από 1.1.2013 του ΚΒΣ (ΠΔ 186/1992) και την αντικατάστασή του από τον Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (ΚΦΑΣ), με το Ν 4093/2012, επέρχονται αλλαγές στον τρόπο που οι υπόχρεοι σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων, θα πραγματοποιούν και θα απεικονίζουν τις συναλλαγές τους.
Ο όρος «επιτηδευματίας» δεν υπάρχει στον νέο Κώδικα, ενώ φέρεται να αντικαθίσταται από την φράση: «υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών». Ο ΚΦΑΣ αποτελείται κατ ουσίαν από δώδεκα (12) άρθρα, αφού το 13ο ορίζει το έτος έναρξης της εφαρμογής του, ενώ το 14ο αφορά σε μεταβατικές διατάξεις. Η ψήφισή του συντελέστηκε στο πλαίσιο της έγκρισης του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016, όπου στο μοναδικό άρθρο περιλαμβάνεται η υποπαράγραφος Ε.1. με τις νέες διατάξεις απεικόνισης των συναλλαγών. Ωστόσο, κατά την γνώμη μας, ο όρος «κατάργηση», σε ό,τι αφορά την νομοθεσία, έχει το δικό του ειδικό βάρος. Παραπέμπει δε μονοσήμαντα, σε απαλοιφή διατάξεων. Αν επομένως, βλέπουμε σε κάποιον δημοσιευμένο νόμο στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, να αναγράφεται ότι καταργείται (από την δημοσίευση αυτή, ή ενδεχομένως από άλλη ημερομηνία) η τάδε διάταξη του τάδε νόμου, θεωρούμε ότι αυτή δεν ισχύει πλέον. Υπάρχει περίπτωση, αντί για την κατάργηση να έχουμε αντικατάσταση διατάξεων ή τροποποίηση διατάξεων. Θεωρούμε ότι αυτοί οι όροι έπρεπε να είχαν χρησιμοποιηθεί από τότε που ξεκίνησε η συζήτηση για την «κατάργηση του ΚΒΣ» (Ν 3842/2010). Αυτό γιατί, εκ των πραγμάτων δεν είναι δυνατή η πλήρης κατάργηση διατάξεων συναλλαγών και τήρησης λογιστικών βιβλίων. Όσοι πάντως, τις τελευταίες ημέρες υποστήριξαν ότι οι λογιστές-φοροτεχνικοί «φρόντισαν», μέσω των συλλόγων τους ή άλλων οργάνων, να μην καταργηθούν διατάξεις του ΚΒΣ, ώστε να έχουν αντικείμενο εργασίας στην πράξη, έχουν άγνοια των δεδομένων της αγοράς και στην καλύτερη περίπτωση, έχουν παραπλανηθεί. Οι τυπολατρικές διατάξεις του (πρώην) ΚΒΣ, αλλά και του νέου ΚΦΑΣ (όπου υπάρχουν), δεν προσθέτουν παραγωγική εργασία σε κανένα, αντιθέτως την εμποδίζουν να εξελιχθεί.
Όπως είναι γνωστό, στον λογαριασμό 94. ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ, της «αυτόνομης» ομάδας 9 του ΕΓΛ Σχεδίου (Αναλυτική Λογιστική), παρακολουθούνται τα κάθε είδους, μορφής και κατηγορίας αποθέματα της επιχείρησης, είτε προέρχονται από αγορά (εμπορεύματα), είτε παράγονται από την ίδια (προϊόντα). Περαιτέρω, ο λογαριασμός αυτός αναπτύσσεται σε υποχρεωτικούς δευτεροβάθμιους λογαριασμούς στους οποίους παρακολουθούνται όλες οι κατηγορίες των αποθεμάτων (από την ομάδα 2, της Γενικής Λογιστικής). Το τελευταίο όριο ανάλυσης των υπολογαριασμών του 94 είναι η μερίδα αποθήκης. Στην μερίδα αυτή παρακολουθείται η τελευταία υποδιαίρεση της συγκεκριμένης κατηγορίας του αποθέματος (εμπορεύματα, πρώτες ύλες, προϊόντα κ.λπ.). Εδώ επομένως είναι απαραίτητος ο ορισμός του είδους (βλέπε στον πρώην ΚΒΣ, άρθρο 3, παρ.3). Συνολικά λοιπόν οι μερίδες αυτές της αποθήκης, στις οποίες παρακολουθούνται τα αποθέματα κατά είδος, ποσότητα και αξία, είναι στην ουσία το αναλυτικό καθολικό της τελευταίας βαθμίδας των υπολογαριασμών του 94, που σύμφωνα με τις καταργηθείσες διατάξεις του ΠΔ 186/1992, συνιστούσαν το ΒΙΒΛΙΟ ΑΠΟΘΗΚΗΣ, το οποίο ήταν θεωρημένο για εκείνους τους επιτηδευματίες που υπερέβαιναν ένα όριο κύκλου εργασιών. Με τις νέες διατάξεις, κατά την εκτίμησή μας, δεν θα υπάρχει βιβλίο αποθήκης, όπως το είχαμε συνηθίσει, αλλά εφόσον ο κύκλος εργασιών της επιχείρησης υπερβαίνει τα 5 (πέντε) εκατομμύρια ευρώ, ανά κατηγορία, δηλαδή 70.ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ και 71.ΠΡΟΪΟΝΤΑ, θα υποχρεώνεται στην τήρηση και λειτουργία αυτού του λογαριασμού.
Τι θα προβλέπεται αν έχουμε πωλήσεις και από τον λογαριασμό 72, θα πρέπει να διευκρινισθεί, δεδομένου ότι και οι πωλήσεις αυτές περιλαμβάνονται στον κύκλο εργασιών.
Γίνεται αντιληπτό ότι έχουμε αρκετό δρόμο μπροστά μας...
ΠΗΓΗ : ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ.GR